ΧΑΠ: Κι όμως είναι συχνή, κι όμως υποδιαγιγνώσκεται

Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι ένα νόσημα που αν διαγνωστεί έγκαιρα ο ασθενής μπορεί να συνεχίσει να ζει μια φυσιολογική ζωή.

Γράφει η Ανδριάνα Ι. Παπαϊωάννου, πνευμονολόγος-φυματιολόγος, επιμελήτρια Α' της Β' Πανεπιστημιακής Πνευμονολογικής Κλινικής Νοσοκομείου "Αττικόν", συντονίστρια Ομάδας ΧΑΠ Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας.

Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) αποτελεί την 3η αιτία νοσηρότητας και θνητότητας παγκοσμίως. Οι ασθενείς εμφανίζουν συμπτώματα [δύσπνοια, μειωμένη ικανότητα για άσκηση, βήχα και απόχρεμψη (φλέματα)], που επιδεινώνονται με την εξέλιξη της νόσου. Επιπλέον, συχνά εμφανίζουν επιδείνωση των συμπτωμάτων (παροξύνσεις). Αιτία των συμπτωμάτων είναι η φλεγμονή στους πνεύμονες που προκαλείται από έκθεση σε ατμοσφαιρικούς ρύπους, όπως ο καπνός του τσιγάρου. Συνήθως οι ασθενείς είναι άνω των 40 ετών και έχουν καπνίσει τουλάχιστον ένα πακέτο τσιγάρα/ημέρα για 10 χρόνια. Παρά το γεγονός ότι η νόσος είναι ιδιαίτερα συχνή, περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς δε γνωρίζουν ότι πάσχουν. Η διάγνωση γίνεται από πνευμονολόγο, με μια ειδική εξέταση (σπιρομέτρηση), η οποία μετράει τη ροή του αέρα στους αεραγωγούς. Ωστόσο, η ΧΑΠ μπορεί να προληφθεί, με τη διακοπή του καπνίσματος, αλλά και να αντιμετωπιστεί. Οι σύγχρονες θεραπείες ανακουφίζουν από τα συμπτώματα και βελτιώνουν την ικανότητα για άσκηση και την ποιότητα ζωής.